Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ Ρ. (ΜΕΡΟΣ 7)

ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ Ρ.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7: ΤΟ ΦΑΡΑΓΓΙ ΚΑΙ Η ΓΕΦΥΡΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΕΠΙΠΕΔΟ
Ο Ρ. περπατούσε ξυπόλητος και αφυδατωμένος για ώρες σε μια αχανή γκρίζα πεδιάδα αποτελούμενη από πετρώματα. Ο φωτισμός και η θερμοκρασία δεν άλλαζαν και οι ώρες άρχισαν σιγά σιγά να χάνονται. Συχνά εμφανίζονταν μπροστά στο Ρ. οράματα από κατοίκους της εκεί πραγματικότητας. Γαλάζιοι μικροί άνθρωποι (περίπου άνθρωποι, καθώς είχαν ολοστρόγγυλα, αρμονικά χαρακτηριστικά και μια γαλάζια αύρα να τα περιβάλλει) τον περικύκλωναν, χόρευαν γύρω του και έψελναν μια τελετουργική μελωδία. Ο Ρ. υπέθεσε ότι έφταιγε η αϋπνία και το νερό των δύσμορφων κάκτων που έπινε όποτε έβρισκε.
Με θολωμένη όραση ο Χρονοναύτης διέκρινε βουνά στον πορτοκαλί ορίζοντα, γυμνά και μυτερά βουνά. Ανάμεσα στα βουνά υπήρχε μία σχισμή, κάτι σαν φαράγγι. Ο Ρ. θυμήθηκε τον Άνου. Παρά την εξάντληση έφτασε γρήγορα στο Φαράγγι, στην είσοδο όμως είδε τους Γαλάζιους Ανθρώπους. Στέκονταν στην είσοδο και του μίλησαν μέσα από έναν μεταλλικό κύβο γεμάτο απόκρυφα σύμβολα μιας εξωγήινης αίρεσης. Τον ρωτούσαν αν είχε φέρει τα Σανδάλια. Ο Ρ. κατέβασε το βλέμμα στα πόδια και προς έκπληξή του συνειδητοποίησε πως εμφανίστηκαν πάνω τους τα Σανδάλια. Έβγαλε τα Σανδάλια και μίλησε μέσα από το μεταφραστή. “Ορίστε. Στον Άνου. Με αγάπη. Θέλω τώρα το χάρτη για τη Γέφυρα”. Οι Γαλάζιοι Άνθρωποι σε ομοφωνία, σχεδόν ψέλνοντας του είπαν πως υπάρχουν δύο γέφυρες και μπορούσε να διαλέξει. Του δείξανε το χάρτη και οι δύο γέφυρες ήταν δύο πανέμορφοι κάκτοι, ο ένας μωβ και μαύρος με λίγα και χοντρά αγκάθια και ο άλλος χρυσός και λευκός γεμάτος λεπτά κόκκινα αγκάθια. Ο Ρ. αντιλήφθηκε το είδος των κάκτων και είπε “Πώς θα διαλέξω;”. “Θα τα ακουμπήσεις μέχρι να γεμίσει το δάχτυλό σου αγκάθια” βρόντηξε η χορωδία των Γαλάζιων.
Ο Ρ. ακούμπησε με τους δείκτες του και τους δύο κάκτους, πρώτα με το δεξί τον χρυσό και δευτερόλεπτα μετά το μωβ με το αριστερό. Αντίστροφα σε φορά τα ημισφαίρια του εγκεφάλου του άνοιξαν και στα χέρια του Ρ. το αίμα και τα αγκάθια σχημάτισαν σπαθιά. Τα σπαθιά τράβηξαν το Χρονοναύτη μπροστά και καρφώθηκαν στους Γαλάζιους Ανθρώπους. Ένας ένας αυτοί άφησαν το γαλάζιο αίμα τους στο έδαφος. Ο Ρ. έκοψε με δική του βούληση τα Σανδάλια στη μέση και τα σπαθιά αμέσως εξαφανίστηκαν από τα χέρια του. Απέμεινε μόνος και μισοτρελαμένος στην είσοδο της κοιλάδας. Χωρίς να νιώθει το σώμα του έτρεξε προς το εσωτερικό του Φαραγγιού και τα βουνά απογυμνώθηκαν. Ο Ρ. είχε μείνει μόνος του με τα αστέρια γύρω του. Το μονοπάτι κατηφόρισε και η κοσμική σκόνη τύφλωσε τα μάτια του Ρ. Η ατμόσφαιρα κρύωσε απότομα και το έδαφος έγινε μαλακό και ψυχρό.
Ο Χρονοναύτης άνοιξε τα μάτια και βρέθηκε μέσα στην πιο όμορφη, κάτασπρη από το χιόνι παραλία του Σύμπαντος. Στο μέση βρισκόταν μια καταγάλανη λίμνη που άχνιζε και θέρμαινε. Πιο πίσω όμως βρισκόταν η Γέφυρα, φτιαγμένη από πάγο και οδηγούσε στην άλλη άκρη ενός γκρεμού. Ο Ρ. πήρε την απόφαση εκείνη τη στιγμή, στο Τώρα, όπως πρέπει να παίρνονται τέτοιου είδους αποφάσεις. Θα πήγαινε κατευθείαν στη Γέφυρα.
Καθώς περνούσε τη γέφυρα σκεφτόταν πως επιτέλους έφτανε στο Ανώτατο Επίπεδο. Θα συναντούσε τον Άρχοντα των Χιλίων Σπαθιών. Ίσως να ξέφευγε από τον Άνου, αν αυτός προσπαθούσε να τον κυνηγήσει. Έφτασε στο τέλος της Γέφυρας και πάτησε κάτω το πόδι του. Ένιωσε φρέσκο γρασίδι και κοίταξε προς τα πίσω. Η Γέφυρα ήταν περίπου πέντε μέτρα και δεν υπήρχε πουθενά στοιχείο από χιόνι, πάγο ή νερό. Λίγο περπάτησε ο Ρ. στο γρασίδι και έφτασε μπροστά σε ένα ναό. Πάνω ο ουρανός ήταν σκούρος πράσινος, γεμάτος σύννεφα και ενίοτε φωσφόριζε. Ο Χρονοναύτης μπήκε στο Ναό του Ανώτατου Επιπέδου.
Στην υποδοχή βρισκόταν ένα κυκλικό δωμάτιο θρησκευτικά φωτισμένο με κεριά και αρωματικά. Στις δύο άκρες του δωματίου έπαιζαν οι OM, αριστερά το μπάσο, δεξιά τα ντραμς. Ο Ρ. περπάτησε ανάμεσα και απομακρύνθηκε σε ένα μακρύ κυκλικό διάδρομο. Η μουσική ακουγόταν στην ίδια ένταση, και ο αντίλαλος τον βύθισε σε μέρη του εσωτερικού του εαυτού. Αποτέλεσμα ήταν η εμφάνιση της Μορφής που αυτάρεσκα είπε “Ιδού. Ιδού ο Ιερέας, ο Μάγος, ο Άρχοντας των Χιλίων σπαθιών!”.

Σάββατο 8 Ιουνίου 2013

ΘΕΩΡΙΑ




ΘΕΩΡΙΑ

Διαστροφή. Ακόμα ένα Σάββατο βράδυ ξοδεύτηκε. Ο άνδρας με την κόκκινη κουκούλα τράβηξε προς τα Νότια σέρνοντας πίσω του αρχαίες αρρώστιες. Το Κτήνος  πίνει κρασί ενώ θρυλικοί τραγουδοποιοί κάνουν το δρόμο υπνωτικό.
-

      Η νεράιδα με τα μαύρα μαλλιά φοράει μια μπλε κορδέλα και ένα άσπρο φόρεμα. Η έρημος εκτείνεται ως εκεί που φτάνει το μάτι κι εκείνη στέκεται μόνη της στη μέση. Δεκαεφτά ακτίνες φωτός διαφορετικών χρωμάτων βγαίνουν από μέσα της. Στην πραγματικότητα είναι σημεία που αφήνουν πίσω τους ουρές. Ανάμεσα τους το Φωτόνιο, το Ηλεκτρόνιο και το Quark.
-
Ένα σύμπαν ολοκληρώνει μια σπείρα άπειρων δυνατοτήτων. Τι είναι όμως πάνω από το άπειρο δεν το ήξερε άλλος από τον Ηλιακό Οξυδερκή. Μια βροχή από οργασμούς υψώθηκε πάνω από το τοπίο της αβύσσου και κατασπάραξε κάθε ελπίδα για ζωή και ευτυχία.
-
Αιώνιος, εναρμονισμένος, αστρικός ήχος βύθισε τα νύχια του στο πετσί της πραγματικότητας και μετέτρεψε το προηγούμενο μπλε σε αθάνατη κουρτίνα μεγαλείου που προκύπτει από τη μεγαλοφυΐα του Ενός που είναι Όλα.
-
Μια θολή πορεία μέσα στη ζέστη, το Φως δεσπόζει σαν τύραννος πάνω από τα κεφάλια μας ενώ κάθε ταυτότητα μπλέκεται με τις άλλες. Ως αποτέλεσμα κανείς δεν είχε την ευκαιρία να σταματήσει τη συμμετοχή του σε άλλες λιτανείες.
-
Κοίτα γύρω. Βίωσε το σύννεφο. Έλα εδώ. Γιατί όχι;