Κυριακή 7 Απριλίου 2013

ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ Ρ. (ΜΕΡΟΣ 5)

ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ Ρ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5: ΤΟ ΜΕΤΑ
Ο Ρ. πέρασε μέσα από τις 4 Διαστάσεις νιώθοντας προβολές του εαυτού του να τον διαπερνούν. Μια αργή, επαναληπτική μουσική τον αγκάλιασε παιγμένη από αστέρια, γαλαξίες και άλλα διαστημικά σώματα. Περίεργο πράγμα το ταξίδι στο Χρόνο. Ανήκε στο φως ο Ρ. και το συνειδητοποιούσε καθώς επέπλεε σε κενό. Γύρω του τεράστιες φυσαλίδες ενώνονταν ή σπάγανε, μέσα σε κάποιες βρίσκονταν άνθρωποι, σε άλλες ολόκληρες πόλεις. Η ζέστη καταλάμβανε κάθε σημείο του Ρ. μέχρι που αυτός πίστευε πως πραγματικά ανήκε στο φως. Η πηγή του φωτός στην πραγματικότητα, αν υπάρχει κάτι τέτοιο, ήταν μια φυσαλίδα μέσα στην οποία επέπλεε ο Ρ. Και αυτή η φυσαλίδα ενωνόταν εκείνη τη στιγμή με μια άλλη, δύο φορές μεγαλύτερη.
Η έκρηξη που έγινε στο μυαλό του Ρ. σταμάτησε κάθε εικόνα και ήχο, τεχνικά μάλλον ήταν πνευματικά νεκρός. Η αίσθηση ήταν η ίδια με την άλλη φορά, στο Όνειρο. Η γλυκιά Ανυπαρξία. Ο Ρ. θα παραδινόταν στο κενό, η ψυχή του θα εξαϋλωνόταν και ο ίδιος θα έπαυε να Υπάρχει. Πραγματικά θα πέθαινε.
Τότε ήταν που τα αυτιά του Ρ. άρχισαν να ακούνε κελαϊδίσματα. Από αληθινά πουλιά. Και στο μάγουλό του ένιωθε υγρό γρασίδι. Είχε σώμα, άρα είχε και μάτια. Τα άνοιξε και το φως ήταν βασανιστικό. Αποφάσισε να τα κρατήσει ανοιχτά μέχρι που διέκρινε το περίγραμμα δέντρων και στη συνέχεια κτιρίων. Σηκώθηκε. Το σώμα του ήταν το ίδιο. Ακόμα και τα ρούχα του. Βάδισε προς τα δέντρα και η όρασή του αποκαταστάθηκε πλήρως. Παραπατούσε, έφτασε όμως γρήγορα στο τέλος από το μικρό δάσος και αντίκρισε ένα μακρύ, φιδίσιο δρόμο προς μια γκρίζα, περίτεχνη, τρομακτική μάζα κτηρίων. Ο Ρ. περπάτησε το δρόμο για την πόλη.
Όπως βάδιζε μέσα από την πύλη θυμήθηκε πως ο λόγος του ταξιδιού του ήταν τα Σανδάλια του Χρονοναύτη και πως βρισκόταν στο Μετά. Συγκεχυμένες εικόνες χάους κατέκλυσαν το Ρ., άδεια κατεστραμμένα τοπία, όμορφες έρημοι, κόκκινες παραλίες. Μάλλον οι κάτοικοι της πόλης ζούσαν έτσι για πάντα. Θα είχαν σίγουρα παρανοήσει! Οδηγούταν από μια εσωτερική δύναμη προς το σπίτι του Χρονοναύτη. Κατάλαβε πως είχε βρεθεί μπροστά στο σπίτι γιατί η κατάσταση σταθεροποιήθηκε σχετικά. Μπήκε τελικά ο Ρ. στο σπίτι του Χρονοναύτη που αποδείχτηκε πως ήταν ένας άδειος, γκρι, τρίγωνος χώρος, σαν εσωτερικό πυραμίδας. Περίεργο, καθώς απ' έξω φαινόταν μάλλον κυκλικό. Ο Χρονοναύτης, με μακρυά, ξανθά μαλλιά και μακρυά γενειάδα γεμάτη χρυσαφικά έβγαζε τα Σανδάλια του.
“Πρέπει να πάρω τα Σανδάλια. Όχι για μένα, δεν ενδιαφέρομαι για το τι κάνουν, είμαι απλά απεσταλμένος” πρόφερε ο Ρ. χαμηλόφωνα.
“Και θα στα δώσω Ρ. Αλλά δεν μπορείς να τα κουβαλήσεις πίσω στις Διαστάσεις σου χωρίς να τα φοράς. Δεν στα έχουν πει αυτά;” είπε ο Χρονοναύτης.
“Μάλλον όχι”.
“Αυτά τα Σανδάλια σε μεταφέρουν οπουδήποτε εσύ θες χρονικά. Τεχνικά θα γίνεις εσύ ο Χρονοναύτης. Αλλά πρέπει να πεθάνεις, αυτή τη φορά πραγματικά. Μην ανησυχείς όμως, το έχεις ξαναζήσει. Χωρικά βέβαια δεν μπορείς να ξέρεις που θα μετενσαρκωθείς”.
“Δηλαδή πρόκειται για μετενσάρκωση;”
“Όχι, αλλά δεν υπάρχει ακριβής όρος για αυτό που συμβαίνει. Φόρα τα Σανδάλια και δες μόνος σου. Χρονοναύτη”.
Και ο Ρ., τώρα πια ο Χρονοναύτης φόρεσε τα Σανδάλια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου