Τρίτη 12 Μαρτίου 2013

ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ Ρ. (ΜΕΡΟΣ 4ο)

ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ Ρ.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: Η ΠΥΛΗ
Είναι όμορφο συναίσθημα να περπατάς στην έρημο με όμορφες γυμνόστηθες συντρόφους με άσπρα μακρυά μαλλιά και μελαμψή επιδερμίδα. Αυτό διαπίστωσε ο Ρ. καθώς ο αέρας σήκωνε την κόκκινη άμμο και αυτή παιχνίδιζε με την πορτοκαλί ατμόσφαιρα του πλανήτη κάτω από το φως του γιγάντιου Ήλιου.
Ξαφνικά μια πύλη εμφανίστηκε μπροστά τους από το πουθενά. Μια αστρική πύλη που μέσα της προβαλλόταν το βαθύ μπλε του Πολυσύμπαντος. Από πάνω της αιωρούταν ο αριθμός 4000. Ο Ρ. μπήκε μόνος του μέσα και καθώς έμπαινε τον διαπέρασε ένα ρεύμα ηλεκτρισμού. Σκοτάδι τον τύλιξε, τον γονάτισε και τον μετέφερε κάπου που μύριζε σαν 4000 από τα καλύτερα λουλούδια του Γαλαξία σε ένα άρωμα. Ο Ρ. έτριψε τα μάτια του και σηκώθηκε. Μπροστά του απλωνόταν η Δύση σε όλο της το μεγαλείο με τα αρχαία δέντρα της και τους ακόμα πιο αρχαίους ποταμούς της. Στον ορίζοντα φαινόταν η θάλασσα, σμαραγδί και εκτυφλωτική.
Κάτι περίεργο είχε διαποτίσει την εκεί πραγματικότητα, ο Ρ. το αισθανόταν με μεγάλη βεβαιότητα. Το ένστικτό του αποδείχτηκε μάλλον σωστό. Ένας μπάσος ήχος τον έκανε να γυρίσει το κεφάλι προς τα πίσω και με έκπληξη να δει έναν καταρράκτη. Μπορούσε πλέον να ακούσει τον καταρράκτη πραγματικά, πέρα από το φυσικό του ήχο. Η γνώση που είχε αποκτήσει τον έκανε να αισθάνεται τον κόσμο αλλιώς, αναγνωρίζοντας περισσότερα πράγματα. Γι' αυτό το λόγο ήξερε πως κάτι υπήρχε πίσω από τον καταρράκτη και ξεκίνησε προς τα εκεί. Όταν μπήκε στο νερό μέχρι το γόνατο η όρασή του θόλωσε και ο βαθύς αληθινός ήχος του καταρράκτη κατέκλυσε την ακοή του. Η κατάσταση έγινε ανυπόφορη στην επαφή με τη μεγάλη μάζα νερού, ο Ρ. έπεσε μπροστά και έμεινε κάτω, με το πρόσωπο στο νερό ώσπου ένα ζευγάρι χέρια τον γύρισε ανάσκελα και τον έσυρε κάπου στεγνά και ζεστά.
Ένα σύννεφο καπνού έφτασε στο πρόσωπό του και αυτός με το που το εισέπνευσε άνοιξε τα μάτια του και οι μυς του γέμισαν γαλακτικό οξύ, χαλάρωσαν και η αίσθηση ευφορίας και κορεσμού τον συνεπήρε. Μπροστά του στεκόταν ένας άντρας με μακρυά μαύρη κοτσίδα, γαμψή μύτη, μούσι και ένα ζευγάρι γυαλιά κάτω από τα πυκνά φρύδια του. Ο άντρας τέντωσε το δείκτη του δεξιού του χεριού ανάμεσα στα μάτια του Ρ. και ο Ρ. ένιωσε πως μπορούσε πλέον να εστιάσει. Στο χέρι του άντρα τα νύχια ήταν πολύ μακρυά και γυαλιστερά, αυτός φορούσε ένα μαύρο μακρύ μανδύα με χρυσές ραφές και πολλά χρυσά βραχιόλια και δαχτυλίδια. Στο λαιμό του είχε μια χρυσή αλυσίδα που συγκρατούσε ένα κόκκινο πετράδι. Το αριστερό του χέρι είχε το μικρό δάχτυλο βαμμένο μαύρο και κρατούσε ένα σκήπτρο σε σχήμα ρόμβου, ήταν ξυπόλυτος. Ο χώρος γύρω ήταν η πέτρινη κοιλότητα μέσα από τον καταρράκτη.
“Είμαι ο Άνου” συστήθηκε ο άντρας. “ Κι εσύ είσαι ο Ρ. Και πρέπει να σου πω ότι ξέρω που μπορείς να βρεις τον Άρχοντα των Χιλίων Σπαθιών. Θα πας στο Φαράγγι, στο Ανώτατο Επίπεδο. Εκεί είναι η κατοικία του. Για να βρεις όμως το δρόμο μέχρι τη γέφυρα χρειάζεσαι το χάρτη και το χάρτη Ρ. τον έχω μόνο εγώ”.
“Και θα μου δώσεις το χάρτη; Γιατί να το κάνεις αυτό; Γιατί δεν πας απλά στον Άρχοντα των Χιλίων Σπαθιών εσύ;” ρώτησε ο Ρ.
“Δεν με ενδιέφερε ποτέ να τον συναντήσω. Και το χάρτη δεν θα στο δώσω βέβαια ως δώρο. Θέλω από σένα κάτι”. Σιγή απλώθηκε στο χώρο. “Θέλω να πας στο Μετά και να μου φέρεις κάτι. Χρειάζομαι τα Σανδάλια του Χρονοναύτη. Μπορώ να σε μεταφέρω εγώ στο μετά, δεν γίνεται να σου πω κάτι άλλο” είπε ο Άνου.
“Πότε;” ρώτησε ο Ρ.
“Τώρα” απάντησε ο Άνου και φύσηξε καπνό στο πρόσωπο του Ρ., ο οποίος θυμήθηκε πως αυτός ήταν ο Καπνός του Τίποτα. Ο Άνου σήκωσε το ρομβικό σκήπτρο του και όλα άλλαξαν μορφή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου